Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τάισέ με Παραμύθια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τάισέ με Παραμύθια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

ΜεΦεόρτια ΚατάΦλιψη


Ξέρω ότι βεν έχω γράψει εβώ και καιρό αλλά βεν είχα και τι να πω. Το σχολείο ήταν τόσο ενβιαφέρον όσο το να μετράς πόσες σταγόνες πέφτουν την ώρα από έναν νοσοκομειακό ορό. Στο σπίτι μιζέρια, γκρίνια και ειβήσεις.

Αλλά αυτή την εβδομάβα πέρασα απίφανα στο σχολείο. Ήρφαν παιβάκια από βιάφορες χώρες της Εβρώπης. Η Εβρώπη βεν ξέρω που είναι αλλά σίγουρα είναι πολύ μακριά από εβώ.

Βεν το πιστεύω ότι αυτό ήταν το σχολείο μου. Μερικές μέρες πριν έρφουν τα παιβιά που μιλάνε περίεργα και βεν τα καταλαβαίνω και καλά, στο σχολείο μου έγινε χαμός.

Οι βάσκαλοι μας έβγαλαν από τις τάξεις και αρχίσαμε να κάνουμε ζωγραφιές στους τοίχους. Πολύ μου την έβινε το άσπρο. Μου φύμιζε τότε που ήμουν στο νοσοκομείο με μαγουλάβες και οι νοσοκόμες μου τσιμπούσαν τα μάγουλα και μου έλεγαν "πρώτα φα γιάνεις και μετά φα παντρεφτείς" ( τώρα που έγιανα πρέπει να παντρεφτώ; )Μπογιατίσαμε όλο το προαύλιο και μετά τρέχαμε με τα χέρια βουτηγμένα στις μπογιές και χαστουκίζαμε όποιον φέλαμε. Βυστυχώς ο βιεφυντής ήτανε στο γραφείο του. Πολύ φα ήθελα να τον βω με τον κώλο βεραμάν.

Μετά η βασκάλα μας κατέβασε από την τάξη μας τη φωτογραφία του Χριστού. ( βεν ξέρω το επίφετό του ) αλλά πολύ το χάρηκα γιατί κάφε φορά που βεν ήξερα μάφημα νόμιζα ότι φύμωνε και το έλεγε στους γονείς μου. Η βασκάλα των φρησκεφτικών μας είχε πει ότι ο Χριστός τα ξέρει όλα και ότι κάποτε μαρτύρησε. Πάντα με τρόμαζε ο μαρτυριάρης.Μα πιο πολύ χάρηκα γιατί ο βάσκαλος πέρυσι, όταν ο Αχμέντ βεν ήξερε να πει την προσευχή, του είχε πει ότι ο Χριστός φα τον κάψει και είχα τρομάξει πολύ.

Όταν στέγνωσαν οι μπογιές στην αυλή, πήραμε χώμα και σπόρια ( όχι αυτά που σκάνε βρε ) και φυτέψαμε ότι ήφελε ο καφένας. Λουλούβια, βεντράκια, λαχανικά, φρούτα. Εγώ φύτεψα φραουλίτσες .Και η βασκάλα μας είπε ότι πρέπει να τα ποτίζουμε συχνά και άμα ο συμμαφητής μας λείπει από το σχολείο, καλό φα είναι να φροντίζουμε το φυτό του.Το να βουτάς τα χέρια σου στο υγρό χώμα είναι σχεδόν τόσο ωραίο όσο να τρως παγωτό με την κουτάλα από το μπωλ.

Μετά κρεμάσαμε καινούριες κουρτίνες, φτιάξαμε αφίσες και κολλάζ με φωτογραφίες, μάθαμε το "καλώς ήρφατε" σε πολλές γλώσσες, καφαρίσαμε τα φρανία μας, αγοράσαμε καινούριους μαρκαβόρους και πετάξαμε τους πίνακες κιμωλίας. Φέρανε από αυτούς τους άσπρους που γυαλίζουν και κάποιους που μοιάζουν με το λαπ τοπ της μαμάς αλλά πιο μεγάλους.

Πριν τρεις μέρες ήρφαν τα παιβιά. Με τις βικές τους βασκάλες. Και τους βείξαμε τους τοίχους με τα χρώματα, τα πόστερ, τις σιβερωμένες κουρτίνες, τα μικρά μας φυτά και νομίζω ότι πολύ μας αγάπησαν. Τους φτιάξαμε φαγητά, χορέψαμε συρτάκι, τους πήγαμε  στο Νάφπλιο και κάναμε τα μισά  μας μαφήματα ξαπλωμένοι στα γρασίβια της αυλής. Παίξαμε παιχνίβια, μπήκαμε και στην αίφουσα των υπολογιστών ( μόνο βυο φορές την είχαμε ξαναχρησιμοποιήσει ) και φτιάξαμε όλοι facebook για να μιλάμε όταν γυρίσουν πίσω στη χώρα τους, την Εβρώπη. Κι όλοι οι βάσκαλοι ήταν χαρούμενοι και όλο γελούσαν. Η βασκάλα μας χάιβεψε ακόμα και τα μαλλιά του Μοχάμεντ που μέχρι χτες όλο τον μάλωνε μπροστά σε όλους γιατί ήταν "αχάριστος" και "γαϊβούρι" Και ήρφαν και γονείς να μας βουν στο σκετσάκι μας. Και όλες οι μαμάβες ήταν όμορφες. Φορούσαν πολύ ωραία ρούχα και κραγιόν. Η μαμά του Φανασάκη έβαλε φαλασσί σκιά και ένα άσπρο φουστάνι με μπλε ζώνη. Και φορούσε τα τακούνια τα ψηλά, εκείνα που βγάζει όταν μπαίνει στο αυτοκίνητο να οβηγήσει.

Αλλά άβριο φεύγουν τα παιβιά. Και θα πάφω κατάφλιψη. Όχι τόσο για τα παιβιά. Έχουμε φέισμπουκ τώρα και φα ανταλλάσουμε γιουτιούμπια. Αλλά άβριο θα ξαναβάλουν την εικόνα του Χριστού πάνω από τον πίνακα να μας κάνει εκείνη τη χειρονομία με το χέρι και φα μας ξανακλείσουν στην τάξη. Και φα πρέπει να ξαναμαφαίνω το μάφημα απέξω και να κάνω προσευχή το πρωί και να σηκώνω το χέρι όταν φα φέλω να κατουρήσω. Και φα είναι σαν το χειμώνα, που κρυώναμε και φορούσαμε τα φουσκωτά μπουφάν γιατί τα καλοριφέρ βεν είχαν πετρέλαιο. Και βε φα μας ξαναφήσουν να κάνουμε αφίσσες και κολάζ γιατί "βεν έχουμε Α3 και χρωστάμε στο βιβλιοπωλείο".

Μόλις μπήκε η μαμά μου στο βωμάτιο να μου βώσει το γάλα μου. Βε θα το πιω, με φουσκώνει. Με ρώτησε πώς περάσαμε στο πάρτυ των ραγιάβων.
"Τι είναι ραγιάς;" τη ρώτησα.
"Πιες το γάλα σου και έχεις πολύ καιρό μπροστά σου για να το μάθεις" μου απάντησε.




 "Ίσως και όχι" είπε μετά και μου έκλεισε το φως.

Βανάη

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Εστάλη στις 12.41 π.μ

Επειβή παιβάκι είμαι και κάνω λάφη, και από τα λάφη μου μαφαίνω, φέλω να σας πω ότι μπαρούφες σας έλεγα εβώ.
Τελικά, φα γίνω βήμαρχος, που φα έχω και 30% αύξηση.


Πάρ'τα μαλάκα ψηφοφόρε.*




* το τελευταίο μην το πείτε στη μαμά μου,βε φέλει να λέω βρισιές. Και μου έχει πει τόσες φορές ότι η λέξη "ψηφοφόρος" είναι βρισιά.


Τα καλά νέα είναι ότι βε φα σας αφήσουν να πεφάνετε αφού όσο πιο πολλοί οι βημότες, τόσο πιο πολλά τα ευρά.


" Αύξηση ως και 30% στις αμοιβές των δημάρχων λόγω της αύξησης του πληθυσμού των νέων δήμων που προέκυψαν από τη συνένωση των παλαιών"


Καληνύχτα
Βανάη

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

Τι βε φέλω να γίνω άμα φα μεγαλώσω

Χφες μας ζήτησε η βασκάλα να γράψουμε έκφεση με τίτλο "Τι φέλω να γίνω όταν φα μεγαλώσω.".
Οι βασκάλες βεν πρέπει να έχουν και πολλή φαντασία ή βαριούνται πολύ γιατί αυτή την έκφεση την έχει γράψει και η μαμά μου και ο μπαμπάς μου και η γιαγιά μου. Στην αρχή , σκέφτηκα να αντιγράψω τη βική τους αλλά σίγουρα φα με έπαιρναν χαμπάρι γιατί η μαμά μου ήφελε να γίνει αεροσυνοβός, ο μπαμπάς μου βημόσιος υπάλληλος και η γιαγιά μου παντρεμένη.Η μαμά μου έγινε υψοφοβική, ο μπαμπάς μου βημόσιος σκλάβος και μόνο η γιαγιά μου τα κατάφερε.

Εμένα βε μου αρέσει καφόλου αυτή η έκφεση γιατί είναι σα να μου λένε ότι τώρα που είμαι μικρή βεν είμαι τίποτα και πρέπει να μεγαλώσω για να γίνω κάτι. Ευτυχώς που έχουμε εκλογές ( εκλογές είναι όταν βεν έχεις σχολείο Παρασκευή και Βευτέρα ) και έτσι έχω χρόνο να σκεφτώ τι φέλω να γίνω.Παλιά ήφελα να γίνω μπαλαρίνα και μετά, πέρυφι, ήφελα να γίνω σαν τους "αλήτες του Βεκέμβρη" αλλά, αν φυμάστε, έγινε χαμός στο σχολείο και βε φέλω να περάσω τα ίβια.

Φέτος αποφάσισα ότι με συμφέρει να γίνω πρωφυπουργός. 

Πρώτον,μου αρέφουν πολύ τα ταξίβια και άμα είσαι πρωφυπουργός πηγαίνεις όπου φέλεις, τσάμπα. Βηλαβή,όχι ακριβώς τσάμπα,αλλά τέλος πάντων, τσάμπα για σένα. Τι σε νοιάζει άμα πληρώνει άλλος; Βέβαια φα μπορούσα να γίνω αεροσυνοβός, όπως ήφελε και η μαμά μου, αλλά πρώτον, βεν το βλέπω να γίνομαι ψηλή και μετά,άμα γίνω αεροσυνοβός μπορεί να γίνω και γυναίκα πρωφυπουργού, οπότε είναι καλύτερα να γίνω κατευφείαν πρωφυπουργός, να γλιτώσω και το γάμο.

Βεύτερον, άμα είσαι πρωφυπουργός μπορείς να κάνεις ό,τι φέλεις χωρίς να σε τιμωρεί κανένας, ακόμα και να λες ψέματα. Και έχει πολύ πλάκα να λες ψέματα, όπως τότε που είπα στη μαμά μου ψέματα ότι με πονάει η κοιλιά μου και βεν πήγα στο σχολείο και έκατσα βυο μέρες σπίτι βλέποντας ταινίες Μπάρμπυ. Αλλά μετά,το πήρε χαμπάρι ότι ήταν στα ψέματα και με κατσάβιασε. Ενώ άμα είσαι πρωφυπουργός, όχι μόνο βε σε κατσαβιάζουν αλλά σε ψηφίζουν και σε χαιρετάνε. Νομίζω ότι άμα είσαι πρωφυπουργός είναι κάπως σαν υποχρεωτικό να λες ψέματα.Φα μπορούσα να γίνω και βικηγόρος και να λέω ψέματα, αλλά και πρέπει να μου βγει ο κώλος βιαβάζοντας κάτι χοντρά βιβλία και φα πρέπει να φοράω ταγιέρ που βε μου αρέσουν καφόλου.

Επίφης, αν γίνεις πρωφυπουργός βε χρειάζεται να βουλεύεις κάφε μέρα ή βε χρειάζεται να βουλεύεις καφόλου. Βάζεις άλλους να βουλεύουν για σένα ή άμα βαριέσαι να το κάνεις και αυτό βρίσκεις φίλους με παράξενα ονόματα, σαν αγγλικά αλλά όχι ακριβώς,και τα κάνουν όλα χωρίς να σκας.Και παίρνεις και σύνταξη νωρίς. Βέβαια σύνταξη βεν ξέρω τι είναι αλλά είναι κάτι που το φέλουν όλοι, οπότε μάλλον είναι καλό.

Κυρίως φέλω να γίνω πρωφυπουργός γιατί μπορώ. Γιατί είμαι και από μεγάλη οικογένεια - έχω 12 ξαβέρφια, πολλούς φείους( οι περισσότεροι μαλάκες αλλά βεν έχει σημασία)  - και έχω και μεγάλο όνομα. Για να γίνεις πρωφυπουργός χρειάζεται να έχεις επίφετο με τέσσερις συλλαβές και το βικό μου έχει έξι.Και τέλος, άμα είσαι πρωφυπουργός,ακόμα και αν βε σου κόβει, κανένας βε σε λέει απλά ηλίφιο, αλλά ηλίφιο πρωφυπουργό. Και βεν είναι το ίβιο.

Αλλά ο βασικότερος λόγος είναι ότι φα μπορώ να κάνω εκλογές κάφε Κυριακή και τα παιβάκια φα γλιτώνουν σχολείο. Τώρα όμως που κάφομαι και τα γράφω όλα αυτά,αρχίζω και προβληματίζομαι. Αφού φα μένω σε μέγαρο, βηλαβή μεγάλο σπίτι,πώς φα μπορώ να το καφαρίζω;Βηλαβή, οκ, βε φα κουράζομαι στη βουλειά αλλά φα μου βγαίνει η πίστη να κάνω παρκέ; Και φα πρέπει να βγαίνω στην τηλεόραση κάφε τόσο; Και να με κοροιβεύουν που μιλάω ψευβά; Και φα πρέπει να αλλάζω την αλυσίβα στο ποβήλατό μου όσο είμαι καβάλα; Και φα μπορώ να φιλήσω το αγόρι μου βημόσια, με γλώσσα , όπως κάνουν αυτοί που μεγάλωσαν; Και αν φα φέλω να πάω κάμπιν, φα πρέπει να κουβαλάω μαζί μου βέκα σκηνές με αφρώπους να με φυλάνε;Και αν πάω στη βουλή τη μέρα που αυτή φα καεί, βεν είναι μαλακία να καώ για μια χαζοέκφεση;

Τελικά βε φα γράψω ότι φέλω να γίνω πρωφυπουργός. Γιατί φοβάμαι μήπως γίνω αυτό που γράφω, σαν το μπαμπά μου και τη γιαγιά μου. Και γιατί εγώ φέλω να είμαι όχι να γίνω. Άσε που ακόμα βεν ξέρω αν φα μεγαλώσω ή αν φέλω να μεγαλώσω.Αυτό φα γράψω που βε φα μου πάρει πάνω από βύο λεπτά και φα μου μείνει χρόνος να παίξω με το σκύλο μου. Αλήφεια, άμα είσαι πρωφυπουργός και όλο λείπεις, ποιός χαϊβεύει το σκύλο σου;

Πάλι βρέχει. 
Βανάη



Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Το σκουλήκι της Αιγύπτου

Προχφές ήρφε στο σχολείο μια καινούρια κυρία. Η παλιά μου κυρία φα φύγει για ένα χρόνο γιατί φα κάνει μωρό. Είχε μια κοιλιά μεγάλη σαν του Πάγκαλου. Βε νομίζω όμως ότι ο Πάγκαλος φα κάνει μωρό.


Αυτή τη νέα βασκάλα καφόλου βεν τη χώνεψα.
Βε μας χαμογελάει καφόλου και με το που ήρφε άρχισε τις αλλαγές.
Τα φρανία μας τα είχαμε φτιάξει σε ένα ωραίο μισοφέγγαρο και έτσι έβλεπα όλα τα άλλα παιβιά. Αυτή μας έβαλε να καφόμαστε βύο-βύο με το ένα φρανίο πίσω από το άλλο. Σαν τις παρελάσεις, μόνο που εμείς είμαστε καφιστοί.Έχουμε βύο γραμμές. Μία για τα αγόρια και μία για τα κορίτσια. Και τώρα βε μπορώ να βλέπω πια το Βημητράκη που είναι στη γραμμή των αγοριών. Και τη Γιονίντα και τον Αλία τους έβαλε πίσω πίσω να κάφονται μόνοι τους σε κάφε γραμμή.
Αυτό με φύμωσε πολύ. Η Γιονίντα είναι η κολλητή μου και πάντα καφόμασταν κοντά. Τώρα μόνο στα βιαλείμματα τη βλέπω.Πολύ ανακατώστρα αυτή η βασκάλα.


H καινούρια βασκάλα μας είπε ότι πρέπει να μάφουμε ελληνική  ιστορία. Οπωσβήποτε. Για να ξέρουμε τη φέση μας στον κόσμο και να είμαστε περήφανοι σαν παγώνια.Και γιατί, λέει, εμείς πρέπει να συνεχίσουμε αυτή την ιστορία και να ξαναφέρουμε την Ελλάβα στη φέση του ηγέτη. Αυτό βεν κατάλαβα τι πάει να πει αλλά βε με πολυνοιάζει. Έχω καταλάβει ότι όλο βλακείες λέει. Πώς φα μεταφέρουμε την Ελλάβα σε άλλη φέση;Φα τη σπρώξουμε όλοι μαζί όπως τότε που ο μπαμπάς έσπρωχνε το αμάξι του φείου Νίκου για να κουνηφεί;


Και έτσι ξεκίνησαν όλα. Μας ζήτησε να μάφουμε τι ήταν ο Μέγας Αλέξανβρος και να τον ζωγραφίσουμε όπως τον φανταζόμαστε. Αυτό μου άρεσε γιατί η ζωγραφική είναι το αγαπημένο μου μάφημα.
Όταν πήγα σπίτι το είπα στη μαμά μου. Πάντα με βιαβάζει η μαμά μου γιατί φέλει λέει να είμαι άριστη μαφήτρια. Βε νομίζω να πολυχάρηκε γιατί τα μούτρα της έγιναν λες και είχε πιει από αυτή την απαίφια αντιβίωση για τη γρίπη.
Ο Μέγας Αλέξανβρος, μου είπε, ήταν γιος ενός βασιλιά και έγινε μεγάλος στρατηλάτης. Βηλαβή, έκανε πολλούς πολέμους και σκότωνε πολύ κόσμο για να τους πάρει τη χώρα. Και τους την έπαιρνε. Τον φοβόντουσαν όλοι οι άνφρωποι. Μόνο στην Αίγυπτο τον αγάπησαν και τον έκαναν και φαραώ της Αιγύπτου. Βεν έζησε πολλά χρόνια και έτσι βεν κατάφερε να πάρει όλη τη Γη βική του. Πέφανε όταν ήταν 33 χρονών, σχεδόν όσο είναι ο μπαμπάς μου.


Με έβαλε να τα επαναλάβω και όταν είβε ότι τα φυμόμουν όλα πήγε στην κουζίνα να φτιάξει γεμιστά.Με ρύζι. Εγώ άρχισα να φτιάχνω τη ζωγραφιά μου.


Χφες ξύπνησα πολύ χαρούμενη. Ήμουν σίγουρη ότι είχα κάνει γαμάτη ζωγραφιά και η βασκάλα φα μου έλεγε μπράβο. Καφήσαμε στα φρανία και σηκωφήκαμε ένας-ένας στον πίνακα να βείξουμε τις ζωγραφιές και να περιγράφουμε όσα μάφαμε. Ούτε ένα μπράβο βεν είπε σε κανέναν. Όταν ήρφε η σειρά μου ήμουν κάπως μουβιασμένη γιατί η ζωγραφιά μου δεν έμοιαζε με των άλλων παιβιών. Ίσως το μπράβο να ήταν βικό μου.
Μόλις βιάβασα τον τίτλο της ζωγραφιάς μου
"Ο Μέγας Αλέξανβρος-το σκουλήκι της Αιγύπτου
και πριν ακόμα τη βείξω, η βασκάλα πετάχτηκε όρφια και μου την πήρε από τα χέρια.
Είχα ξεπατηκώσει  αυτόν εδώ τον φαραώ αλλά τον είχα κάνει πιο ωραίο από τη φωτογραφία. Του είχα βάλει ωραία χρώματα, ένα χρυσό στέμμα του βασιλιά και είχα ζωγραφίσει και τη σάρισα βίπλα του, το μακρύ σπαφί που είχε.
Με βούτηξε από το χέρι και με έβαλε στο φρανίο μου. Άρχισε τις τσιρίβες.


"Ποιός στα είπε αυτά τα χυδαία πράγματα";


"Οι γονείς μου κυρία βασκάλα"


"Οι γονείς σου είναι Ανθέλληνες και θα σε κάνουν σαν τα μούτρα τους"


"Φέλω να πω ιστορία κυρία"


"Πες να γίνεις ρεζίλι στους συμμαθητές σου"


"Ο Μέγας Αλέξανβρος ήταν βασιλόπουλο που έκανε πολέμους για να κερβίζει εβάφη και βύναμη.
Είχε αυτό το μεγάλο σπαφί και έσφαζε όποιον βεν ήφελε να του βώσει το έβαφός του.
Μια μέρα έφτασε στην Αίγυπτο και εκεί τον έκαναν σκουλήκι. Φαραώ. Σαν αυτό το τεράστιο σιχαμερό σκουλήκι που φέρνει ο μπαμπάς σπίτι όταν είναι να πάει για ψάρεμα και η μαμά αρχίζει τις υστερίες και του λέει "ή ο φαραώ ή εγώ"


Η βασκάλα βε μίλησε για λίγο. Εγώ είχα αρχίσει να βρέχω τα μάτια μου. Τόσο βιάβασμα, τόσος κόπος και αυτή με ξεφτίλιζε μπροστά στα παιβιά.
Μετά άρχισε τις ερωτήσεις.


"Και γιατί δεσποινίς εξυπνακίδου τον ονόμασαν Μέγα;"


"Γιατί κυρία ήταν μεγάλο σκουλήκι. 'Η μπορεί να είχε ξαβερφάκι μικρότερο. Όπως την ξαβέρφη μου τη Βανάη που πηγαίνει Βημοτικό και τη φωνάζουν Βανάη η μεγάλη και εμένα Βανάη η μικρή για να μας ξεχωρίζουν"


"Είσαι ανόητη."


Μετά γύρισε προς τα παιδιά και είπε.
"Τον ονόμασαν Μέγα γιατί διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της γης παιδιά. Και εξελλήνισε τους βαρβάρους που μέχρι τότε κρέμονταν από τα δέντρα και μιλούσαν ακατάληπτα"


Σήκωσα το χέρι να ρωτήσω.


"Και αφού ήφελε κυρία να χαρίσει πολιτισμό γιατί είχε όπλα"


" Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να κάνει τους βαρβάρους ανθρώπους"


"Βηλαβή κυρία οι μπάτσοι που πυροβολούν μεταβίβουν πολιτισμό΄;"


Και με έβιωξε από την τάξη χωρίς να μου απαντήσει. Ίσως να μην ήξερε την απάντηση.


Πήγα σπίτι μέσα στα κλάματα και με τη ζωγραφιά τσαλακωμένη από τα χέρια της βασκάλας.
Ήρφε και ο μπαμπάς άρον-άρον από τη βουλειά. 
Τον ρώτησα αν είναι αλήφεια ότι είμαστε Ανφέλληνες και αν ναι που είναι η ΑνφΕλλάβα και γιατί βεν πάμε να μείνουμε εκεί.
Χαμογέλασε και με πήρε αγκαλιά. Ίσιωσε τη ζωγραφιά και μου είπε μπράβο. Επιτέλους. 
Μου είπε ότι βεν ήταν και τόσο λάφος η ζωγραφιά μου. Φαραώ ήταν ο βασιλιάς στην Αίγυπτο αλλά η ζωγραφιά μου βεν ήταν άστοχη. Είπε ότι ήταν μια σουρεαλιστική απεικόνιση του Αλεξάνβρου και έσκασαν στα γέλια με τη μαμά.
Μου είπε να μη φυμώνω με τη βασκάλα. Τις έφιξα είπε τον ήρωα για αυτό τσαντίστηκε.Ο Μέγας Αλέξανβρος ψηφίστηκε από πολλούς ως ο "μεγαλύτερος Έλληνας όλων των εποχών" και η βασκάλα μπορεί να τον είχε και αυτή ψηφίσει.


Πάντως αυτό είναι ψέμα. Ο Μέγας Αλέξανβρος πέφανε όταν ήταν 33 και ο παππούς του μπαμπά μου είναι 91 και ζει ακόμα. Σίγουρα είναι μεγαλύτερος έλληνας από τον Αλέξανβρο.


Τη Βευτέρα που φα πάω στο σχολείο βε φα κρατάω κακία στη βασκάλα. 
Και θα της πω και την απάντηση που βεν ήξερε.
Ότι με τα όπλα βε βιαβίβεις πολιτισμό. Μόνο φάνατο και βυστυχία.
( "All" by Maurizio Cattelan )

Έτσι είπε ο μπαμπάς και το πιστεύω.


Καλό Σαββατοκύριακο


Βανάη

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Σας πηβάω τους φράχτες


Οι μεγάλοι βεν έχουνε καφόλου μυαλό μου φαίνεται. Τους το έχει φάει όλο η βουλειά τους. 
Βιόλου βε σκέφτονται. Μόνο "τι φα φάμε σήμερα;" τους νοιάζει.


Φήμερα στο σχολείο έγινε μεγάλη φασαρία. Ο Φανασάκης έχωσε μια μπουνιά στον Αλία.Ο Αλία έπεσε πάνω στον τοίχο και γέμισε με αίματα και λέρωσε και το πουκάμιφό του. Ο Αλία έβαλε τα κλάματα. Για βύο λεπτά. Και μετά έγινε όλος μπλε και πήρε φόρα και έσπρωξε τον Φανασάκη. Ο Φανασάκης έπεσε και έγινε και αυτός σύσκατος στο αίμα. Ήρφαν και τον πήραν αυτοί με τα άσπρα που οβηγούν ένα μεγάλο αμάξι που κάνει "μπίου-μπίου" και φα του κάνουνε ράμματα. Βηλαβή, φα πάρουν βελόνα και κλωστή και θα τον τρυπάνε όπως κάνει η γιαγιά μου που μου κονταίνει τα παντελόνια. Γιατί όλα τα παντελόνια είναι μακριά;Ποτέ βεν το κατάλαβα.


Η βασκάλα φύμωσε και όλο αχ και ουφ ήτανε. Τώρα λέει φα τους αλλάξει φρανίο. Ο Φανασάκης και ο Αλία κάφονταν στο ίβιο φρανίο. Από πέρυσι. Και όλο μαζί έπαιζαν.


Μετά βεν κάναμε μάφημα. Ευτυχώς. Ήρφε και με πήρε η μαμά μου και πήγαμε στο νοσοκομείο να βούμε το Φανασάκη. Είχε κάτι τσιρότα στο κεφάλι και όλο βαγκωνόταν από τον πόνο.Τον ρώτησα γιατί  μπουνίδιασε τον Αλία. Μου είπε ότι ο μπαμπάς του-ο μπαμπάς του είναι στρατιώτης, όχι σαν το φείο Νίκο που είναι φαντάρος για λίγο, αυτός είναι για πάντα και παίρνει λεφτά- του είπε ότι οι ξένοι είναι κακοί και φέλουν να μας πάρουν τη γη. Και ότι η Ελλάβα ανήκει στους Έλληνες. 
Βηλαβή την αγόρασαν όλοι οι Έλληνες μαζί; Και τις φάλασσες;Και τα βουνά με τα χιόνια;Και το χιόνι;Και τα πάρκα;Και τις πλατείες; Και πώς αγοράζεις φάλασσα;Και πού ξέρεις πού είναι η βικιά σου φάλασσα και πού η φάλασσα του άλλου;Και όταν λιώσει το χιόνι που αγόρασες, παίρνεις αποζημίωση;


Φα κάνουν λέει και βημοψήφισμα για να βιώξουν τους ξένους. Βημοψήφισμα είναι όταν απαντάς σε μια ερώτηση. Όχι όπως στο σχολείο, με μπλα μπλα και επειβή και τέτοια. Με "ναι" ή "όχι". Σα μια κούκλα που είχα πιο μικρή και μόνο ναι και όχι έλεγε. 


Και είπε ότι πρέπει οι Έλληνες να φυλάμε τα σύνορά μας μη μας τα κλέψουν.
Ρώτησα τη μαμά τι είναι σύνορα. Είναι κάτι σαν το φράχτη που έχουμε στην αυλή. Και είναι πολύ ακριβά τα σύνορα. Βίνουμε πολλά λεφτά σε κάτι μακριά σύρματα σαν αγκάφια. Οι μεγάλοι είναι χαζοί, σας το είπα; Φα φοβηφούν οι άφρωποι ένα φράχτη; Για να πάω στη Γιονίντα, που μένει βίπλα, σερνόμαστε κρυφά κάτω από το φράχτη.Και πηγαίνω κρυφά κάθε μεσημέρι και στο Βημητράκη που μένει πίσω. Σκαρφαλώνω στο φράχτη και πηβάω. Και ας είμαι "σαν τσίρος" που λέει η γιαγιά.Και πηγαίνουμε μαζί στις κούνιες.Με το Βημητράκη είμαι ερωτεβμένη αλλά μην το πείτε στη μαμά γιατί φα με κάνει μαύρη στο ξύλο και μετά φα φέλουν να με βιώξουν και εμένα από την Ελλάβα. Όσους έχουν άλλο χρώμα φέλουν να τους βιώξουν. 
Εμένα μου αρέσουν τα χρώματα. Όλα. Και πιο πολύ το κόκκινο και το μαύρο. Και το ροζ είναι πολύ ωραίο.Και η μαμά μου παίρνει τέμπερες σε όλα τα χρώματα.(Μου τελείωσε το μωβ, να της πω να μου πάρει )


Αύριο βε θα έρφει ούτε ο Αλία ούτε ο Φανασάκης στο σχολείο. Ο Φανασάκης φα μείνει στο νοσοκομείο και ο Αλία σπίτι γιατί έπαφε βιάσειση. Κάτι στο κεφάλι είναι αυτό, σαν καρούμπαλο που σε κάνει να έχεις ένα μάτι εντελώς ηλίφιο.
Και είμαι πολύ στεναχωρημένη. Φα μου λείψουν τα παιβιά αύριο. Χάλασε η παρέα.
Φα πω στη βασκάλα να μη μαλώσει το Φανασάκη. Βε φταίει αυτός. Να μαλώσει το μπαμπά του. Οι μεγάλοι τα κάνουν όλα και μετά την πληρώνουμε εμείς. Του αρέσει τώρα που το παιβί του είναι στο νοσοκομείο;


Βε φα ξαναφήσω τους μεγάλους να μου χαλάσουν το παιχνίβι. 
Φέλω κόσμο πολύχρωμο. Με όλα τα χρώματα.Όλα. Και βε φέλω σύνορα με αγκάφια.
Και φέλω τους φίλους μου στο σχολείο , όχι με τσιρότα και βιασείσεις.


Βανάη & Βημητράκης = Love For Ever
( αγγλικό είναι αυτό, από "ξένη" χώρα )





Και κανένας φράχτης βε φα με κρατήσει μακριά του.
Ποτέ.
Και πείτε το και στη μαμά μου αν θέλετε. Ωχού. Σιγά μη φοβηφώ.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Ο μετανάστης της γειτονιάς μου




Φήμερα το πρωί ήρφε στο σπίτι ο κύριος Ασίφ. Τον φώναξε ο μπαμπάς μου για να κόψει τα χορτάρια στην αυλή. Ο κύριος Ασίφ βεν πρέπει να τρώει όλο το φαγητό του γιατί είναι πολύ αβύνατος σαν καλάμι και μιλάει σαν και εμένα αν και είναι πολύ μεγάλος. Μιλάει έτσι γιατί είναι από το Πακιφτάν, που είναι κάπου μακριά, πιο μακριά και από τη Φεσσαλονίκη.


Το απόγευμα που ήρφε στο σπίτι η γιαγιά μου για να μου φέρει λουκουμάβες, έγινε μεγάλος χαμός. Όταν είβε τον κύριο Ασίφ η γιαγιά, έγινε άσπρη σαν το χιόνι. Ξέχασε να με φιλήσει, άφησε τους λουκουμάβες στο τραπέζι χωρίς να με ταϊσει και πήγε στο σαλόνι που ήταν οι γονείς μου και έβλεπαν "Τα Μυστικά της Εβέμ" , που βεν καταλαβαίνω τι μυστικά είναι αφού τα βλέπουμε όλοι και έβαλε τις φωνές.
" Τι δουλειά έχει αυτός ο ξένος στην αυλή;"
"Βεν είναι ξένος γιαγιά, είναι ο κύριος Ασίφ!"
"Πήγαινε στην κουζίνα, θα κρυώσουν οι λουκουμάδες."
"Λοιπόν, έχετε τρελαθεί, βάζετε έναν αλλοδαπό μέσα στη σπίτι σας; Θέλετε να σας το σηκώσει ολόκληρο; Ένας ξένος;"


Βεν κατάλαβα γιατί φύμωσε η γιαγιά. Στο σπίτι έρχονται πολλές φορές γείτονες και παίζω με τα παιβιά τους. Σε αφτούς πάντα χαμογελάει και τους κερνάει από τα γλυκά που φέρνει. Βεν καταλαβαίνω γιατί νομίζει ότι ο κύριος Ασίφ είναι ξένος. Αφού τον ξέρω.Η μαμά λέει ότι τα μικρά παιβιά βεν πρέπει να μιλάνε σε ξένους. Στον κύριο Ασίφ όμως κάνει να μιλάω γιατί είναι φίλος μας.Βε μιλάει πολύ αλλά είναι πάντα χαμογελαστός και με λέει "μικρή κυρία". Μένει σε ένα μικρό σπίτι απέναντι από το βικό μας πολύ πριν με φέρει εμένα ο πελαργός.


Νομίζω ότι η γιαγιά μου έχει αυτό το αλτσχάιμερ και ξεχνάει.


Αντί επιμυθίου

Ο μετανάστης της γειτονιάς μου περπατάει πάντα στην άκρη του δρόμου...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου με κοιτάει πάντα με την κόρη του ματιού του...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου στρέφει το βλέμμα χαμηλά σαν τον καλημερίζω...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου μιλάει πάντα δεύτερος...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου κουβαλάει πάντοτε μαζί του χαρτιά...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου φοβάται τις σειρήνες...
Ο μετανάστης της γειτονιάς μου κοιτάζει πάντα πίσω του...


Ο μετανάστης της γειτονιάς μου θα μπορούσα να είμαι εγώ...





Η Παγκόσμια Ημέρα του Μετανάστη, μέρα που ανακηρύχθηκε πριν 7 χρόνια από τα Ηνωμένα Έθνη για να ξεπλύνει την ενοχή τους, μόλις εξέπνευσε.Μέσα στα 7 χρόνια που παρήλθαν, το μόνο που άλλαξε είναι η θέσπιση μιας ημέρας προς τιμήν τους, μιας μέρας σκέψης μέσα σε 364 ημέρες λήθης και εγκληματικής αδιαφορίας.
Ο εορτασμός της ημέρας στην Ελλάδα-πάντα πρωτοπόροι- άρχισε από τα Χανιά με μια σειρά δολοφονικών επιθέσεων και φασιστικών επιδείξεων της κληρονομιάς του Ξένιου Δία εναντίον αλλοδαπών και στεκιών. Στην υπόλοιπη Ελλάδα γιορτάζουμε καθημερινά με βίαια πογκρόμ , με στέρηση αυτονόητων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τη βολική διαιώνιση της ομηρίας τους και τη σιωπηρή αποδοχή της εκμετάλλευσής τους προς όφελος της εθνικής οικονομίας και του μεγάλου κεφαλαίου.


Καληνύχτα σας

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

..να βγούμε στους δρόμους




Τελικά βε φα πάμε στο χωριό. Ο μπαμπάς έβαλε τα "μεγάλα μέσα".Μεγάλα μέσα βεν ξέρω τι είναι αλλά είπε στη μαμά ότι αν πάμε στο χωριό φα της πάρει την πιστωτική.
Πιστωτική είναι κάτι που κάνει το μπαμπά πολύ φυμωμένο. Όταν μιλάει η μαμά για αυτή όλο το κεφάλι του πιάνει και μετά βε μιλάει για πολλές ώρες και ούτε παραμύφια μου λέει. Και κάνει τσιγάρα, πολλά.Και ας λέει ότι τα έχει κόψει.
Φα πάνε σε αυτόν τον πόλεμο, που βεν είναι σαν αυτούς που λένε τα βιβλία. Ο μπαμπάς, η μαμά και ο αβερφός μου. Φέλω και εγώ να πάω αλλά ο μπαμπάς λέει ότι είναι επικίνδυνο. Φα έχει πολύ κόσμο και αυτοί με τις στολές, που τους λένε μπάτσοι φα ρίχνουν πολλά φάρμακα. Και βεν κάνει τα μικρά παιβάκια να είναι μέσα στα φάρμακα.
Φα με πάνε στη γιαγιά την Κυριακή. Αλλά εγώ φα πω στη γιαγιά να πάμε μαζί στον πόλεμο. Πολύ φα χαρεί όταν μάφει ότι φα ρίχνουνε φάρμακα. Η γιαγιά όλο γκρινιάζει ότι βεν έχει λεφτά για φάρμακα. Λέει ότι η σύνταξη είναι πολύ μικρή, σαν και μένα. Σύνταξη είναι να έχεις πολύ λίγα λεφτά και να μη μπορείς να πάρεις φάρμακα, ούτε πολλές καραμέλες και όλο να βλέπεις τηλεόραση και να μουτζώνεις κάτι χοντρούς που είναι εκεί.
Μακάρι να πάμε να πάρουμε τα φάρμακα. Να μη με πάει μετά ο μπαμπάς για το εμβόλιο. Βε μου αρέσουν οι ενέσεις. Φα πάμε και φα μας ρίξουν το φάρμακο και μετά βε φα έχουμε γρίπη και βε φα πρέπει να κάνουμε εμβόλιο.


Άμα φοβάστε τις ενέσεις να έρφετε και εσείς.


Όταν χτυπήσεις δυο φορές 
κι ύστερα τρείς και πάλι δυο
Αλέξανδρέ μου
σκέφτομαι το φευγιό σου
σε βλέπω σε κελί στενό
να σέρνεις πρώτος το χορό
πάνω στο θάνατό σου.

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

Παιβιά Σηκωφείτε



Πάλι μάλωσε η μαμά με το μπαμπά. Κάφε μέρα μαλώνουν πιά.
Η μαμά φέλει να πάμε την Παρασκευή στο χωριό. Πήρε λέει και άβεια βύο μέρες.
«Πολύ παράξενο», είπε ο μπαμπάς. Στη μαμά ποτέ βεν άρεσε το χωριό του μπαμπά. Είναι λέει «μπανάλ» ( τι είναι μπανάλ; ) και βαριέται. Βε μπορεί που βεν έχει κομμωτήριο, ούτε Χόντος – ο Χόντος πρέπει να είναι κάποιος φίλος της μαμάς μου, γιατί πηγαίνει και τον βλέπει κάφε Σάββατο πρωί. Και εκείνος όλο σακούλες με βώρα της βίνει. Κρέμες και μπογιές που τις βάζει και μετά είναι σαν κλόουν και πολύ γελάω.
Φέλει να μοιάζει με αυτές που είναι στην τηλεόραση και όλο γελάνε σα χαζές. Μα γιατί να φέλει κάποια να μοιάζει με χαζή;
Και εμένα μου αρέφουν οι μπογιές αλλά βεν τις βάζω στα μούτρα μου. Στο χαρτί είναι ωραίες και η βασκάλα μου βάζει αυτοκολλητάκια μετά.
Και κάτι βρακιά της βίνει ο καλός Χόντος. Όχι σαν τα βικά μου. Τα βικά μου έχουν τη Μίννυ. Της μαμάς μου όχι. Βε χωράει ούτε το αυτί της Μίννυ πάνω. Αλλά του μπαμπά του αρέσουν αυτά τα βρακιά που αν τα βείτε καφόλου βε μοιάζουν με βρακιά. 


Και εγώ φέλω να πάμε στο χωριό. Εκεί με αφήνουν να παίζω και να λερώνομαι με χώματα. Και έχει και πολλά βέντρα. Και σκαρφαλώνουμε με τα άλλα παιβιά. Έχουμε και σπιτάκι πάνω σε ένα βέντρο. Ο μπαμπάς του Φανασάκη το έφτιαξε.


 Ο αβερφός μου όμως βε φέλει. Ο αβερφός μου είναι μεγάλος. Τρία κεφάλια πιο μεγάλος από μένα. Και πηγαίνει στο μεγάλο σχολείο. Και όταν γυρίζει από το μεγάλο σχολείο, πηγαίνει και σε άλλα σχολεία. Βεν καταλαβαίνω. Πόσα σχολεία υπάρχουν;
Και αφού πηγαίνει σε τόσα σχολεία, γιατί ξέρει μόνο ένα γράμμα; Το έχω βει στα βιβλία του. Όλο ένα Άλφα γράφει και μετά το κυκλώνει. Και η μαμά φυμώνει όταν το βλέπει και βάζει φωνές και σκούζει και κάνει σαν το παλιό αυτοκίνητο που είχε ο μπαμπάς και η μαμά βεν το ήφελε γιατί ήταν σαράβαλο και βεν ήταν τρέντυ. ( όλο παράξενες λέξεις λέει η μαμά ). Και έτσι ο μπαμπάς πήρε άλλο. Ένα μεγάλο, μαύρο με μεγάλες ρόδες που βε φτάνω να ανέβω σε αυτό.

Η μαμά του έβαλε πάλι τις φωνές. Του είπε ότι φέλει, βε φέλει φα πάμε στο χωριό. Βεν φα τον αφήσει λέει να πάει στον πόλεμο την Κυριακή.Ο μπαμπάς βεν είπε τίποτα. Μόνο κοίταζε και έκανε πως βιάβαζε εφημερίδα.

«Ποιο πόλεμο μαμά; Σαν αυτό με τους Έλληνες και τους Ιταλούς;»
«Μη μιλάς εσύ όταν συζητάνε οι μεγάλοι»


Και ρώτησα τον αβερφό μου.Την Κυριακή είναι κάτι σαν πόλεμος. Χωρίς Ιταλούς όμως. Φα πολεμήσουν όλοι, αυτούς που φοράνε τις στολές και κρατάνε τα πιφτόλια. Και έχουν στο κεφάλι κάτι μπάλες. Και ίσα που φαίνονται τα μούτρα τους.
Εγώ τους φοβάμαι αφτούς. Όταν βεν τρώω το φαί μου η γιαγιά μου λέει ότι φα έρθει ο αστυνόμος να με βείρει. Οι αστυνόμοι πρέπει να βέρνουν πολύ όσους βεν τρώνε το φαί τους.

«Και γιατί να γίνει πόλεμος αφού όλοι είναι Έλληνες;»
«Γιατί αυτοί με τις στολές σκοτώνουν ανθρώπους. Και πέρυσι, σκότωσαν ένα παιδί, 15 χρονών»
«Γιατί;»
«Επειδή μπορούσαν»
«Εγώ πότε φα γίνω 15 χρονών»
«Σε έντεκα χρόνια, μη βιάζεσαι»

Βε μου αρέσουν αφτοί που σκοτώνουν. Το σκότωμα είναι πολύ κακό πράγμα. Όταν σκοτώνεις κάποιον, ούτε να κουνηφεί μπορεί, ούτε να βει, ούτε να μιλήσει. Μένει ακούνητος και ξαπλωμένος σε ένα κουτί με λουλούβια.Και μετά εξαφανίζεται. Η μαμά λέει ότι πηγαίνει στον ουρανό αλλά εγώ βεν το πιστέβω. Αφού το έχω βει που τον βάζουνε στο χώμα. Το ξέρω γιατί το καλοκαίρι ένας που λέγεται Καρκίνος σκότωσε τον φείο μου το Βασίλη. Και από τότε βεν τον ξαναείβα στο σπίτι. Και βε μου ξαναέφερε ποτέ κούκλα. Και η φεία μου συνέχεια κλαίει και βε με αγκαλιάζει πια.

Και η μαμά τον ξαναμάλωσε και του είπε να μη με βηλητηριάζει. Μα βε μου έβωσε δηλητήριο.

Η βασκάλα μας είπε μια μέρα ότι κάποτε, πριν πολλά χρόνια, βε φυμάμαι πόσα, είχε γίνει ένας πόλεμος επειβή μια γυναίκα, πάρα πολύ όμορφη, που την έλεγαν Ελένη, άφησε τον άντρα της και αγάπησε άλλον άντρα σε άλλη χώρα. Βηλαβή, αφού έγινε πόλεμος επειβή κάποιος έχασε μια γυναίκα, γιατί να μη γίνει επειβή κάποιος σκότωσε ένα παιβί; Βεν είναι πιο σημαντικό που σκοτώσαν το παιβάκι;Βεν τους καταλαβαίνω τους γονείς.

« Θα έχετε και εσείς πιφτόλια;»
«Όχι»
«Και πώς θα πολεμήφετε χωρίς όπλα;»
«΄Εχουμε ένα όπλο. Το δίκιο μας»

Το βίκιο είναι μεγάλο όπλο. Πιο βυνατό από τα πιφτόλια. Και βεν αφήνει και αίματα πίσω.

Και τότε μίλησε ο μπαμπάς. Πρώτη φορά. Ποτέ βε μιλάει όταν μιλάει η μαμά. Και είπε ότι ούτε αφτός φέλει να πάμε στο χωριό. Φέλει να πάει και αφτός στον πόλεμο χωρίς πιφτόλια.
Μαζί με τη μαμά και τον αβερφό μου. Όπως τότε που είχε γνωρίσει λέει τη μαμά, πριν γίνουνε «μικροαστοί», είπε. Τότε που ήταν νέοι και πήγαιναν σε «πορείες» ( πορείες είναι να περπατάς και να φωνάζεις βυνατά ) Να ξαναγίνουνε νέοι και να φωνάζουν φέλει.Για το βίκιο.

Ούτε και εγώ φέλω τώρα να πάμε στο χωριό. Φέλω να πάνε όλοι σε αυτόν τον «πόλεμο» και να βιώξουν όλους τους κακούς αστυνόμους. Όχι να τους σκοτώσουν. Να τους βιώξουν. Όπως τότε που ο μεγάλος παππούς με άλλους παππούβες έβιωξαν τους Ιταλούς και είμαστε λέφτεροι. Να τους βιώξουν για να είμαστε και πάλι ελέφτεροι.
Βε φέλω να τρώω μπάμιες για να μη με βείρει ο αστυνόμος της γιαγιάς. Είναι αηβία οι μπάμιες. Φέλω να τρώω ό,τι μου αρέσει.

Αλλά φοβάμαι ότι βε φα πάνε τελικά. Πάντα γίνεται ότι φέλει η μαμά.
Και φοβάμαι πολύ τώρα. Γιατί αν βεν πάνε, σε έντεκα χρόνια ένας με στολή μπορεί να 
σκοτώσει και εμένα. 




Βανάη με λένε.Και βε φέλω να γίνω αγγελούβι.
Εσείς φέλετε;

Τελικά τι είναι μπανάλ, τρέντυ και μικροαστοί;

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Υπερασπίσου το παιβί








Πολύ νεβρίασα φήμερα. Η μαμά μου βε με καταλαβαίνει. Την πήρε η βασκάλα μου στο τηλέφωνο και της είπε ότι βεν είμαι φρόνιμη. 'Ατακτη το λένε οι βασκάλοι. Και κάτι άλλο είπε. Ανυπάκουη. Βηλαβή, βεν ακούω.


Άβικα λέω στη μαμά ότι εγώ ακούω καλά. Ακούω τα πουλιά έξω από το παράφυρο, κάτι σκυλιά που τρέχουν όπου φέλουν και μετά κάτι αφθρώπους σε αφτοκίνητα που όλο κόρνα πατάνε και λένε κακές λέξεις. 
Και προχθές άκουσα και κάτι παιβιά που φώναζαν "το πάφος για τη λεφτεριά είναι δυνατότερο από όλα τα κελιά"
Και ρώτησα τη μαμά τι είναι κελιά και μου είπε να ρωτήσω το μπαμπά. Ο μπαμπάς, που ξέρει όλα τα πράματα, μου είπε ότι κελιά είναι κάτι δωμάτια χωρίς ήλιο που οι άφρωποι βε φέλουν να μένουν και ποτέ βε βγαίνουν από κει και όλο να τα γκρεμίσουν φέλουν.


Ε, φήμερα γράψαμε έκφεση. " Γιατί αγαπώ το σχολείο" .Και εγώ έγραψα ότι το σχολείο είναι κελιά γιατί εγώ εφτά ώρες βε φέλω να είμαι εκεί αλλά βε μπορώ να φύγω αλλά υπάρχει και κάτι δυνατότερο από το σχολείο. Το πάφος.
Και η βασκάλα έγινε κόκκινη σαν τη μπλούζα αυτού που βλέπει ο μπαμπάς τις Κυριακές και όλο του λέει " τρέχα ρε ταγάρι" Και έγινε κακιά. Και μου είπε ότι όταν μεγαλώσω θα γίνω σαν τους "αλήτες του Βεκέμβρη"
Βεκέμβρης ξέρω τι είναι. Τότε που έχουμε Χριστούγεννα και περιμένουμε τον Άγιο Βασίλη με τις Χάννα Μοντάνα.


"Τι είναι αλήτης; " ρώτησα την κόκκινη βασκάλα.


"Αλήτης είναι αυτός που σπάει τα κελιά του", μου είπε.


"Αλήτης φα γίνω κυρία" της είπα με περηφάνεια. ( πριν ήφελα να γίνω μπαλαρίνα )


Και αφτή φώναξε το διευθυντή. Και πήρε τη μαμά μου. Και ήρθε και με πήρε με τα μάτια να κοιτάνε τα λουστρίνια της. Και φήμερα βε με άφησε να πάω να παίξω με τα παιβιά. "Για να μάφω να μη φέλω τους αλήτες" είπε.


Βεν τους καταλαβαίνω τους μεγάλους. Καφόλου.
Είναι κακό να φες να σπάσεις τα κελιά σου;


Βεν τους καταλαβαίνω.






Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009

Παραμύθια που θα ήθελα να θυμάσαι




Πόσα παραμύθια μου διάβασες;
Πόσα άκουσα μέχρι το "και 'ζήσαν αυτοί καλά και 'μεις καλύτερα;"


Πόσα σου χρωστάω;


Ένα μικρό παιδί φοράει τη φωνή μου:


Εμένα μου αρέσουνε πολύ τα παραμύφια. Στα παραμύφια οι πρίγκηπες αγαπάνε τις πριγκίπισσες και οι βράκοι πεφαίνουν ενώ στα μη παραμύφια οι άφρωποι λένε βρισιές και βάζουνε τα κλάμματα.


Μια φορά και έναν καιρό ήτανε ένας βάτραχος που είχε ένα μεγάλο κομπιούτερ. Με το κομπιούτερ έμπαινε στο βιαβίκτυο και στο βιαβίκτυο γνώρισε μια κοπέλα με ξανθά μαλλιά.
Ο βάτραχος και η κοπέλα άρχισαν να μιλάνε στο βιαβίκτυο - βιαβίκτυο είναι ένα μέρος όπου η μαμά λέει ότι δεν κάνει να πάνε παιβιά και ούτε εγώ φέλω να πάω, βε μου αρέσει να μιλάω με βάτραχους.


Κάφε πρωί ο βάτραχος έπαιρνε τηλέφωνο την κοπέλα για να την ξυπνήσει. Η κοπέλα είχε ένα ωραίο ροζ κινητό, σαν της Μπάρμπι που έχω στο βωμάτιό μου.Μια μέρα, αφού ο βάτραχος ξύπνησε την ξανθιά πολλές φορές, πήγανε για ποτό ( για ποτό πηγαίνουν οι άφρωποι που μετά κάνουν παιβιά, μου το 'πε ο μπαμπάς μου αφτό. )


Πήγανε σε ένα ωραίο μέρος που κοντά είχε κάτι αφρώπους που τους λένε μπάτσοι και έχουν κάτι μούτρα σα γουρούνια και σίγουρα ποτέ βεν προσπάφησαν να κάνουν παιβιά, γιατί όλο κάτι μούρες κακές έχουν και όλο πιφτόλια κρατάνε-τι τα φέλουν τα πιφτόλια αν είναι να κάνουν παιβιά; 


Και ήπιανε πολλά ποτά (φα ήφελαν να κάνουν πολλά παιβιά) 
και κάποια στιγμή ο βάτραχος πήγε βίπλα στην κοπέλα και τη φίλησε. Και εκείνη - η κοπέλα με τα ξανθά μαλλιά - άνοιξε τα μάτια και αντί για βάτραχο είδε πρίγκηπα. Και δεν είχε στέμμα, μόνον κάτι μούφια.Πολλά.


Και μετά  κοιμήφηκα.
Και βεν ξέρω τι έγινε. Φοβόμουνα να σηκωθώ, μήπως ξυπνήσω το βράκο που κοιμάται στη ντουλάπα. 


Πάντως εμένα ο πρίγκηπας μου άρεσε και ας είχε μούφια πολλά.
Και όλα τα παραμύφια που μου λέει η μαμά λένε "και ζήσαν αφτοί καλά και εμείς καλύτερα"


Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Ανάβαλε για λίγο το θάνατό σου...





..για να σου πω μια ιστορία.






Μια φορά και έναν καιρό κάποιος πήγε στην πόρτα του Αγαπημένου και χτύπησε.
Μια φωνή ακούστηκε από μέσα:
- Ποιος είναι;
Εκείνος απάντησε:
- Εγώ είμαι.
Η φωνή είπε:
- Δεν υπάρχει χώρος για σένα και για μένα
και η πόρτα έκλεισε.
Μετά από ένα χρόνο μόνωσης και στέρησης, επέστρεψε και ξαναχτύπησε.
Μια φωνή από μέσα ρώτησε:
- Ποιος είναι;
Ο άνθρωπος απάντησε:
- Είμαι εσύ!
Τότε η πόρτα άνοιξε γι' αυτόν.





( Τζαλαλουντίν Ρουμί )








Powered By Blogger